Skip to content
Ελένη Φραγκιαδάκη
Κατηγορία: Πεζό Κείμενο
Γ’ Λυκείου

Νιώθω ότι ο κόσμος καίγεται. Κανείς δεν βλέπει τη φλόγα, αλλά όλοι μυρίζουν τον καπνό. Αλλοι κλείνουν επιδεικτικά τη μύτη τους και άλλοι ασφυκτιούν από τις αναθυμιάσεις. Και το χειρότερο; Τη σπίθα την ανάψαμε εμείς με την προκλητική αδιαφορία μας, την αχαλίνωτη οκνηρία και αυτή την τόσο εκρηκτική ματαιοδοξία που μας διακατέχει. Ολοι ακίνητοι, παρακολουθούμε άπραγοι, νωθροί και κουρασμένοι -πώς γίνεται ένας νέος να έχει κουραστεί;- τις εξελίξεις με το στόμα κλειστό, το κεφάλι χαμηλωμένο, τα μάτια άβουλα, υπνωτισμένα, ανίκανα, τα μάγουλα ανερυθρίαστα.

Δεν θέλω να είμαι αφοριστική, ούτε να παρασύρομαι από το νεαρό της ηλικίας μου αλλά η παραίτηση από τη ζωή είναι διάχυτη.

Βέβαια, φάροι στην υιοθέτηση, την εσωτερίκευση και τη νομιμοποίηση της παθητικότητας έχουν σταθεί οι πρεσβύτεροι που με το δικό τους «βόλεμα» αφορίζουν τις διαμαρτυρίες, παρερμηνεύουν την πολιτική ορθότητα και περιχαρακώνονται στους γυάλινους πύργους τους απ’ όπου γίνονται παρατηρητές μεν των τεκταινομένων, μύωπες δε της πραγματικότητας, όπως τη διαμορφώνουν κανάλια-φερέφωνα, οσφυοκάμπτες των συμφερόντων.

Τι διαφορά όμως έχουν οι νέοι του σήμερα από εκείνους του Μάη του ’68, του Νοέμβρη του ’73, του Δεκέμβρη του ’08; Η απάντηση μάλλον πρέπει να αναζητηθεί στο γεγονός πως δεν έχουν βιώσει τα τραύματα της βίας, της νοθείας, της αδικίας, όχι επειδή η φαυλότητα έχει εξαλειφθεί αλλά επειδή αυτή συμβαίνει με τρόπο ύπουλο, υπόγειο και δυνατότερο από τις ηθικές μας αντιστάσεις.

Η εντύπωση που αβίαστα σμιλεύεται σε πολλούς είναι πως τα πράγματα τρέχουν με ιλιγγιώδεις ταχύτητες προς μια άβυσσο απάτητη, ανεξερεύνητη, εξωγήινη. Πραγματικά, νιώθω απαισιόδοξη. Ενας κόσμος ψευδαισθήσεων, υποσχέσεων, υποκρισίας και μυαλών κουρδισμένων να μη σκέφτονται, απλώνεται μπροστά μου. Πολλοί θα αναζητήσουν το πιο επίκαιρο ρητό για να σκιαγραφήσουν την κατάσταση και να βρουν σοφές απαντήσεις και νουθεσίες στα αδιέξοδα, καταφεύγοντας στην αρχαιοελληνική νόηση. Πολύ σύντομα όμως θα καταλάβουν πως ο κόσμος μας μοιάζει περισσότερο με το πνιγηρό σπήλαιο του Πλάτωνα παρά με την αγλαή αθηναϊκή δημοκρατία. Ξέρω, τίποτα καινούριο.

«Ζητείται Ελπίς» έγραφε το 1954 ο Αντώνης Σαμαράκης. Εγώ, όμως, προτιμώ να κοιτάζω κατάματα και απαισιόδοξα -αν θέλετε- μια ασκίαστη αλήθεια παρά μια ταχυδαχτυλουργικά κατασκευασμένη πραγματικότητα. Η Κική Δημουλά άλλωστε είχε πει πως «εκείνος που κάνει τη μεγαλύτερη κατανάλωση της ελπίδας είναι ο απαισιόδοξος. Αλλιώς δεν θα είχε τα κότσια να είναι απαισιόδοξος».

 

Back To Top