Φυλακισμένη μέσα στην βεβαιότητα και στην αδράνεια, προσπαθώ κάπου να ξεσπάσω. Το κεφάλι μου είναι βαρύ και τα μάτια μου τσούζουν. Νιώθω μπερδεμένη και άχρηστη, για λίγα λεπτά νομίζω πως δεν έχω λόγο ύπαρξης. Γράφω μήπως και ξεγελάσω τον εαυτό μου, μήπως και βρω μια μικρή σπιθαμή ελπίδας μέσα στο σκοτάδι, που να μου θυμίζει ότι είμαι σημαντική, όσο και ο διπλανός μου. Πιάνω τον εαυτό μου να ζηλεύει, αηδιάζω μόνο στην ιδέα του ποια είμαι. Μέσα στην τρέλα μου και στην παράνοιά μου σκέφτομαι να τα παρατήσω όλα, να εξαφανιστώ, να μην υπάρχω. Μα το σώμα μου αντιστέκεται, με σώζει από τον θάνατο, αλλά μέσα μου είμαι ήδη νεκρή. Πλέον δεν μπορώ καν να σκεφτώ πώς να εξευτελίσω, πώς να αποκαλύψω τον άθλιο εαυτό μου. Δεν έχω φαντασία, δεν έχω χρώμα στην ζωή μου, δεν έχω οικογένεια, δεν έχω φίλους μα ούτε και εχθρούς, είμαι ένα απόλυτο τίποτα. Μια απλά παρατηρήτρια σε μια τραγική ειρωνεία της ζωής, η πιο τρίτη από τους τρίτους.
Η μεγαλύτερη ατυχία στην ζωή είναι να μην έχεις προσωπικότητα και άποψη. Είμαι απλά μια ανώνυμη, είμαι ένα ρομπότ μαζικής παραγωγής. Όχι, δεν με κατασκεύασαν, κάποτε ήμουν και εγώ άνθρωπος. Σαν χθες θυμάμαι που ανέπνεα και εγώ κανονικό αέρα, λευκό, έτοιμο να τον γεμίσεις ό,τι χρώμα ήθελες. Μα ο τεχνητός αέρας ήταν τόσο φανταχτερός, αμέσως εθίστηκα. Όμως έγινε τόσο αποπνικτικός, που χάθηκα. Και τώρα ψάχνω μέσα μου, μα δεν βρίσκω σάρκα, μόνο ρομποτικές ιδέες, μόδες και στερεότυπα, με τα οποία μολύνουν τον αέρα οι «δημιουργοί», οι «δυνατοί», αυτοί που μας χειραγωγούν χωρίς να το καταλαβαίνουμε μέσω του αέρα. Μας βομβαρδίζουν καθημερινά με ό,τι αυτοί θέλουν. Η λέξη «δημιουργός» δεν απευθύνεται πια στον Θεό, αλλά στον δρόμο της αμαρτίας. Αν με ρωτήσετε γιατί δεν επαναστατώ, γιατί δεν αντιδρώ στο κατεστημένο, θα σας απαντήσω αόριστα «δεν ξέρω». Έχω πολύ καιρό να νιώσω κάτι, ακόμα και αν αυτό πρέπει να είναι λύπη για το ανθρώπινο γένος. Ο καθένας κοιτάει το συμφέρον του, ή τουλάχιστον έτσι νομίζει. Στην πραγματικότητα πίσω από το άμεσο συμφέρον του χτυπάει αλύπητα το έμμεσο και αληθινό. Μα δεν φταίμε εμείς, φταίνε οι «δυνατοί», έτσι μας μάθανε να λέμε.
Ας είμαστε ρεαλιστές και ας αναλάβουμε ευθύνες. Μεγαλώσαμε ανθρώπινο γένος, 2000 χρόνια η οντότητά μας απειλεί τον πλανήτη. Και να, πάλι εδώ, με τα ίδια παράπονα, με τις ίδιες ευαισθησίες, με τις ίδιες πληγές. Φτάνει, ας ενωθούμε! Γιατί ο άνθρωπος καταστρέφεται, αλλά δεν νικιέται. Και όσο για εμένα, αφήστε με πίσω, είμαι ήδη ένα θύμα, ένα μηχανικό τερατούργημα, δεν ξέρω πλέον τι είμαι. Ώρα να αναλάβω κι εγώ τις ευθύνες μου.
Ζωή, αντίο. Να ξέρεις ότι σε λάτρεψα, μα φοβήθηκα να σε διεκδικήσω.